Η ΚΟΙΜΗΣΗ ΤΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ
Ἡ Κοίμηση τῆς Θεοτόκου ἑορτάζεται στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία στίς 15 Αὐγούστου, ἀφοῦ ἔχει πρῶτα προηγηθεῖ μία νηστεία δύο ἑβδομάδων. Αὐτή τήν ἡμέρα μνημονεύεται ἡ κοίμηση, ἡ μετάσταση καί ἡ δοξολογία τῆς Μητέρας τοῦ Χριστοῦ. Διακηρύσσεται ὅτι ἡ Παναγία «ἀναλήφθηκε» ἀπό τόν Θεό στήν οὐράνια Βασιλεία τοῦ Χριστοῦ, σωματικῶς καί πνευματικῶς.
Ὅπως γιά τή Γέννηση καί τά Εἰσόδια τῆς Θεοτόκου, ἔτσι καί γιά τήν κοίμησή της δέν ὑπάρχουν βιβλικές ἤ ἱστορικές πηγές. Ἡ Παράδοση τῆς Ἐκκλησίας ἀναφέρει ὅτι ἡ Παναγία πέθανε, ὅπως πεθαίνουν ὅλοι οἱ ἄνθρωποι, ὄχι μέ τήν ἴδια τῆς τήν θέληση, ὅπως ὁ Υἱός της, ἀλλά ἀπό τήν ἀναγκαιότητα τῆς θνητῆς της φύσης – ἦταν κι ἐκείνη ἄρρηκτα δεμένη μέ τή φθορά αὐτοῦ του κόσμου.
Ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία διδάσκει ὅτι ἡ Παναγία δέν ἔχει προσωπικές ἁμαρτίες. Στό Εὐαγγέλιο τῆς ἑορτῆς ὅμως, στίς ἀκολουθίες καί στήν εἰκόνα τῆς Κοίμησης, ἡ Ἐκκλησία ἐπίσης διακηρύσσει ὅτι καί ἡ Παναγία εἶχε ἀνάγκη νά τή σώσει ὁ Χριστός, ὅπως σώζει ὅλους τους ἀνθρώπους ἀπό τίς δοκιμασίες, τά βάσανα καί τό θάνατο αὐτοῦ του κόσμου· ἀκόμα διδάσκει ὅτι ἀφοῦ πέθανε πραγματικά, ὁ Υἱός τῆς τήν ἀνάστησε ὡς Μητέρα τῆς Ζωῆς, καί συμμετέχει ἤδη στήν αἰώνια ζωή τοῦ Παραδείσου, ποῦ ἔχει προετοιμασθεῖ καί ἔχει ἐπαγγελθεῖ γιά ὅλους τους «ἀκούοντες τόν λόγον τοῦ Θεοῦ καί φυλάσσοντες αὐτόν» (Λουκ. 11,27-28).
«Ἐν τῇ γεννήσει τήν παρθενίαν ἐφύλαξας, ἐν τῇ κοιμήσει τόν κόσμον οὐ κατέλιπες Θεοτόκε. Μετέστης πρός τήν Ζωήν, Μήτηρ ὑπάρχουσα τῆς Ζωῆς. Καί ταῖς πρεσβείαις ταῖς σαῖς λυτρουμένη ἐκ θανάτου τάς ψυχᾶς ἠμῶν» (Απολυτίκιον).
«Τήν ἐν πρεσβείαις ἀκοίμητον Θεοτόκον καί προστασίαις ἀμετάθετον ἐλπίδα, τάφος καί νέκρωσις οὐκ ἐκράτησεν· ὡς γάρ ζωῆς Μητέρα πρός τήν ζωήν μετέστησεν ὁ μήτραν οἰκήσας ἀειπάρθενον» (Κοντάκιον).
Οἱ ἀκολουθίες τῆς ἑορτῆς ἐπαναλαμβάνουν τό κύριο θέμα, ὅτι ἡ Μητέρα τῆς Ζωῆς πέρασε στήν οὐράνια χαρά, στή θεϊκή εὐχαρίστηση καί στήν ἀτέλειωτη ἀπόλαυση τῆς Βασιλείας τοῦ Υἱοῦ της. Τά ἀναγνώσματα ἀπό τήν Παλαιά Διαθήκη καί οἱ εὐαγγελικές περικοπές τῆς Παννυχίδας καί τῆς θείας Λειτουργίας, εἶναι ἀκριβῶς τά ἴδια μέ αὐτά καί τῶν ἄλλων Θεομητορικῶν ἑορτῶν. Ἔτσι στήν Παννυχίδα ἀκοῦμε καί πάλι τήν Παναγία νά λέει το: «Μεγαλύνει ἡ ψυχή μου τόν Κύριον καί ἠγαλλίασε τό πνεῦμά μου ἐπί τῷ Θεῶ τῷ Σωτήρι μου» (Λουκ. 1,47). Στή θεία Λειτουργία ἀναγιγνώσκεται ἡ πρός Φιλιππησίους ἐπιστολή τοῦ ἀποστόλου Παύλου, στήν ὁποία ὁ Ἀπόστολος μιλᾶ γιά τήν αὐτοκένωση τοῦ Χριστοῦ, ὁ ὁποῖος συγκατάνευσε στήν ἀνθρώπινη δουλεία καί ὑπέστη ἀκόμα καί τόν ἐπαίσχυντο σταυρικό θάνατο, γιά νά τόν ὑπερυψώσει ὁ Θεός πατέρας Του (Φιλιπ, 2,5-11). Γιά μία ἀκόμη φορᾶ ἡ εὐαγγελική περικοπή μᾶς λέει ὅτι ἡ μακαριότητα τῆς Παρθένου Μαρίας ἀνήκει σέ ὅλους ὅσοι «ἀκούουν τό Λόγο Του καί φυλάσσουν αὐτόν» (Λουκ. 11,27-28).
Ἔτσι, μέ τήν ἑορτή τῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου ἑορτάζεταί το ὅτι ὅλοι οἱ ἄνθρωποι «ὑπερυψοῦνται» στή μακαριότητα τοῦ νικητῆ Χριστοῦ καί ὅτι αὐτή ἡ ὑπερύψωση ἔχει ἤδη ἐπιτευχθεῖ μέ τήν Ὑπεραγία Θεοτόκο. Ἡ Κοίμηση εἶναι τό σημεῖο, ἡ ἐγγύηση καί ὁ ἑορτασμός, ὅτι ἡ πορεία τῆς Παναγίας εἶναι ὁ προορισμός ὅλων ἐκείνων τῶν ταπεινῶν, ποῦ ἡ ψυχή τούς μεγαλύνει τόν Κύριο, ποῦ τό πνεῦμα τους βρίσκει ἀγαλλίαση στόν Θεό καί Σωτήρα, ποῦ οἱ ζωές τους εἶναι ἀπολύτως ἀφιερωμένες στό νά ἀκοῦν καί νά τηροῦν τόν Λόγο τοῦ Θεοῦ, ποῦ ἔχει δοθεῖ στούς ἀνθρώπους ἀπό τόν Υἱό τῆς Παρθένου, τόν Σωτήρα καί Λυτρωτή τοῦ κόσμου.
Τέλος, πρέπει νά τονισθεῖ ὅτι σέ ὅλες τίς Θεομητορικές ἑορτές τῆς Ἐκκλησίας, οἱ Ὀρθόδοξοι Χριστιανοί ἑορτάζουν γεγονότα τῆς δικῆς τους ἐν Χριστῷ καί ἐν Ἁγίω Πνεύματι ζωῆς. Ὅ,τι συμβαίνει στήν Παναγία συμβαίνει σέ ὅλους ὅσοι μιμοῦνται τήν ἁγία ζωή της, τήν ταπείνωση, τήν ὑπακοή καί τήν ἀγάπη της. Ὅπως κι ἐκείνη, ὅλοι οἱ ἄνθρωποι μποροῦν νά γίνουν εὐλογημένοι καί «τιμιώτεροι τῶν Χερουβίμ καί ἐνδοξότεροι ἀσυγκρίτως τῶν σεραφείμ», ἄν ἀκολουθήσουν τό παράδειγμά της. Ὁ Χριστός θά γεννηθεῖ ἐν Ἁγίω Πνεύματι μέσα στήν ψυχή τοῦ καθενός καί ὅλοι θά μποροῦν νά εἶναι ναοί τοῦ ζῶντος Θεοῦ. Ὅλοι ὅσοι ζοῦν τή ζωή ποῦ ἔζησε ἡ Παναγία, θά μοιραστοῦν τήν αἰώνια ζωή τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ.
Μέ αὐτή τήν αἴσθηση καθετί ποῦ ὑμνεῖται καί δοξολογεῖται στήν Παναγία, εἶναι σημεῖα ποῦ δείχνουν τί προσφέρεται σέ ὅλους τους ἀνθρώπους μέσα ἀπό τή ζωή τῆς Ἐκκλησίας. Γι’ αὐτό τό λόγο, ἡ Παναγία, μαζί μέ τόν Υἱό Της, ὀνομάζεται ἀπό τήν Ὀρθόδοξη Παράδοση Εἰκόνα τῆς Ἐκκλησίας, ἐπειδή ἡ Ἐκκλησία εἶναι ἡ σύναξη αὐτῶν ποῦ ἔχουν σωθεῖ καί σέ αὐτούς κατοικεῖ ὁ Χριστός.